Τρωγλοδύτες

Τρωγλοδύτες
Άνθρωποι που ζούσαν την προϊστορική περίοδο, αλλά και σήμερα σε αρκετές περιπτώσεις, σε φυσικά κοιλώματα. Τ. ονόμαζαν και στην αρχαία εποχή λαούς με κατώτερη ανάπτυξη που ζούσαν σε τρώγλες. Ο Ηρόδοτος (Δ 183) αναφέρει τα εξής για τους τ. Αιθίοπες: «Είναι ταχύτατοι στα πόδια απ’ όλους τους ανθρώπους για τους οποίους ακούμε να γίνεται λόγος... Τρέφονται με σαύρες, φίδια και παρόμοια ερπετά, και έχουν γλώσσα που δε μοιάζει με καμιά άλλη, γιατί βγάζουν κραυγές όπως οι νυχτερίδες». Οι σύγχρονοι ερευνητές λένε πως ίσως οι τ. αυτοί του Ηροδότου πρέπει να είναι πρόγονοι των Τιμπού, που κατοικούν ακόμα και σήμερα κυρίως σε σπήλαια, είναι περίφημοι για την ευκινησία τους κι η γλώσσα τους έχει άφθονους συριστικούς φθόγγους. Οι τ. της Σκυθίας συγγένευαν με τους Μύσες και τους Τριβαλλούς. Τρωγλοδυτικές κατοικίες στην περιοχή Σενσί της Λαϊκής Κίνας.
* * *
οι / Τρωγλοδύται, ΝΑ
βλ. τρωγλοδύτης.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Troglodytes (wren) — NOTOC Taxobox name = Troglodytes image width = 220px image caption = Southern House Wren in São Paulo Botanic Garden (Brazil) It is sometimes considered a distinct species, Troglodytes musculus regnum = Animalia phylum = Chordata classis = Aves… …   Wikipedia

  • Τρωγοδύται — οἱ, Α οι Τρωγλοδύτες. [ΕΤΥΜΟΛ. Παρλλ. τ. τής λ. Τρωγλοδύται, χωρίς να είναι δυνατόν να εξακριβωθεί ποιος από τους δύο τ. είναι ο αρχικός] …   Dictionary of Greek

  • ακριδοφάγος — Αυτός που τρώει ακρίδες. Στα αρχαία χρόνια αναφέρονται αρκετοί λαοί που έτρωγαν ακρίδες. Ο Στράβων μας πληροφορεί ότι μια φυλή της Αιθιοπίας τρεφόταν με ακρίδες και ο Πλίνιος αναφέρεται σε κάποια μυθολογικά όντα, τους Ακέφαλους, που δεν είχαν… …   Dictionary of Greek

  • τρωγλοδυτικός — ή, ό /τρωγλοδυτικός, ή, όν, ΝΜΑ [τρωγλοδύτης] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους Τρωγλοδύτες 2. (το θηλ. ως κύριο όν.) η Τρωγλοδυτική (ενν. χώρα) η χώρα τών Τρωγλοδυτών αρχ. 1. αυτός που ζει σε τρώγλες, σε σπηλιές («ζώα τρωγλοδυτικά», Αριστοτ …   Dictionary of Greek

  • τρωγλοδύτης — ο, ΝΑ 1. (στον πληθ. ως κύριον όν.) οι Τρωγλοδύτες και Τρωγλοδύται ονομασία που έδωσαν αρχαίοι συγγραφείς σε πρωτόγονους λαούς τής Αιθιοπίας, τής εσωτερικής Λιβύης, τού Καυκάσου, τής Σκυθίας κ.ά. οι οποίοι κατοικούσαν σε σπήλαια ή σε σκαπτές… …   Dictionary of Greek

  • Αγαθαρχίδης — I (2ος αι. π.Χ.).Ιστορικός, αριστοτελικός φιλόσοφος, γεωγράφος και φυσιοδίφης. Γεννήθηκε στην Κνίδο αλλά έζησε στην Αλεξάνδρεια, όπου ήταν γραμματέας του Ηρακλείδη Λέμβου, αυλικού του Πτολεμαίου του Φιλομήτορος. Αργότερα, όταν έχασε τη θέση του,… …   Dictionary of Greek

  • Κρόβυζοι — Αρχαία φυλή της Θράκης. Σύμφωνα με μαρτυρίες του Ηροδότου οι Κ. κατοικούσαν στην περιοχή των παραποτάμων του Δούναβη, Άθρυ, Νόη και Αρτάνη. Ο Στράβων αναφέρει ότι οι Κ. ζούσαν γύρω από τις πόλεις Κάλλατις, Τόμοι και τον ποταμό Δούναβη και στα… …   Dictionary of Greek

  • μιμίδες — (mimidae). Οικογένεια ωδικών πτηνών. Περιλαμβάνει 30 είδη περίπου, που ζουν μόνο στην Αμερική. Τα πτηνά αυτά μοιάζουν με τα κοτσύφια και τους τρωγλοδύτες και τα περισσότερα ζουν μέσα στα δάση και μάλιστα κοντά ή πάνω στο έδαφος. Όλα σχεδόν… …   Dictionary of Greek

  • τρωγλοδυτικός, -ή — ό που έχει σχέση με τους τρωγλοδύτες: Τρωγλοδυτικός πολιτισμός …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”